Новогреческий словарь
εικονολήπτης
εικονολήπτης
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
εικονολήπτης
? —
#
(ново)греческий словарь
—
φορτοεκφόρτωση
—
αναρρωτικός
—
λαθρεπιβάτης
—
καπριτσιόζικος
—
εκμισθώτρια
—
ιγνύα
—
αναγνωσματογράφος
—
άυλος
—
πρωτοβγάζω
—
θηλασμός
—
πυρπολητής
—
τσαμπούκολίδικος
—
νεροσωλήνας
—
συμφυρμός
—
αντίφωτο
—
αβάφτιστος
—
επιδιορθώτρια
—
κρουστάλλι
—
αναπηνιστήριον
—
επουλώνω
—
γεναριάτικα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве