αποικοδομώ

формы словаβ
αποικοδομώ



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αποικοδομώ? —


πεντηκονταετηρίδαπροσάγωρεβίθικακομούτρηςφεγγαρένιοςκωλοπαίδιλαυρίοναιφνίδιοςυπονοούμαιλόγιονγλυκοχαμόγελοςστολήχλωριούχοςκυτταρολογίααυλάκωσηκηδεστίαγερόγατοςεξωθώεπαυξάνωπροσαύξησηπεντάκλωστος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit