|
грибовидный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово грибовидный? — μυκητοειδής как с (ново)греческого переводится слово μυκητοειδής? — грибовидный — κατάπρυμα — θηλυγονία — μεταξάς — ντοκουμέντο — αλχημεία — χαλκοειδής — απαίρω — ζαλικωμένος — άισμπεργκ — ημίονος — μπλοκάρω — ακωμωδήτως — τριχίτσα — αμπάρα — μελανότητα — αμυγμία — νομογράφημα — ταραμάς — λευκοπάθεια — λαλαγκόψωμο — αδιευκρίνιστος |
|||