|
поддерживающее, помогающее #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово поддерживающее? — παραστεκάμενο как на (ново)греческом будет слово помогающее? — παραστεκάμενο как с (ново)греческого переводится слово παραστεκάμενο? — поддерживающее, помогающее — σταλαγματιά — νεβρίδα — ψυχοφυσικά — φοδράρισμα — ηπιότητα — λουστράτος — αυτοματοποίηση — εμβολιαστής — λατόπισσα — ακροαστικά — ανθοκομικός — υποδέκτης — λιθοθροπτικός — αλφαδιαστής — ελαιόπιττα — περιστατικός — ημιόριο — κυκλικός — βράχος — διγενής — φραμπουάζ |
|||