|
γεν. и αιτιατ. от εσύ #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εσένα? — — σεμιγδάλι — τρείς — ζούφιος — ράμφισμα — πασσαλείφω — λιοστρόφι — αντίστεκος — ιδιολατρεία — θαλασσοδέρνω — σεβασμιώτατος — νερολεκές — Φαίη — καθεστώς — αμετατόπιστος — γυφτοφάσουλα — Ελασσόνα — συγχρονία — γκρινιάζω — μελισσώνα — καρδιογραφία — ηχολαλία |
|||