|
методологический #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово методологический? — μεθοδολογικός как с (ново)греческого переводится слово μεθοδολογικός? — методологический — χαλκευτής — κουτρουβαλώ — τσίτωμα — νομικός — αχταπόδι — αιώρηση — σποράδην — ομωνυμία — δασάκι — ύπτια — βασιλική — βαθύσκαπτος — εθνοφυλακή — αλλότριο — καφεπότις — αρρενοφυής — ανθρωποκυνηγητό — στάδιο — μάνταλος — συνηχώ — ανήθικος |
|||