|
(-άδος) η шестёрка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово шестёрка? — εξάς как с (ново)греческого переводится слово εξάς? — шестёрка — κωβιός — πληθώρα — κοκκώδης — αφλύκταινος — αισθηματολόγημα — αγγελοθωρώ — ανακαγχάζω — ανεμορρόμβιον — στοιχείωμα — νεφοσκεπής — αμετάβλητο — μεταβιβασμός — κατασπαταλώ — εύρυθμος — παρορμάω — όγδοος — ενανθράκωσις — τυφεκιοφόρος — διαπεραστικά — άποπτος — ευδιαθεσία |
|||