|
το сладкий лимон #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово сладкий лимон? — ζαχαρολέμονο как с (ново)греческого переводится слово ζαχαρολέμονο? — сладкий лимон — σχοινοκλίμακα — υπεριτίαση — ατροφικός — έκφραση — αγρονομικός — αυτοέπαινος — καταπώς — έμπλεος — ιδιαιτέρως — σανιδόφρακτος — γεννηταρούδι — αναθερμαίνω — υποβορειοανατολικός — προβιά — νύν — στρέφω — κοντήτερα — εξοργισμός — ντεϊστικός — οινοποιήσιμος — εθνισμός |
|||