|
η находчивость, остроумие #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово находчивость? — ετοιμολογία как на (ново)греческом будет слово остроумие? — ετοιμολογία как с (ново)греческого переводится слово ετοιμολογία? — находчивость, остроумие — αήττητος — ρυμός — τοιχάκι — παρατρεχάμενος — γαμπιέρος — φιλεύσπλαγχνος — μπριλλάντι — βράχυνση — γαστρονομικός — αυτοανακηρυσσόμενος — οιδηματικός — ανηφοράκι — ασπροσίτι — πολυσύχναστος — υποβαστάζω — ψυχιατρικός — συγκλίνον — κουρελής — πυροσωλήνας — εξόγκωμα — οπός |
|||