Новогреческий словарь
καρδιοειδής
καρδιοειδής
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
καρδιοειδής
? —
#
(ново)греческий словарь
—
γυναικολογία
—
χνουδάτος
—
χαλυβογραφία
—
απαργιοσμένος
—
δίξιφος
—
γιαβρούμ
—
αριστεροδέξιος
—
τελευταία
—
παρομοιάζω
—
μυλόλιθος
—
ξύστρα
—
θήλεια
—
σκαλιστήρι
—
διαλυτικά
—
γαιανθρακοφόρος
—
επίταχτος
—
νεοφανής
—
ξεζούμισμα
—
συγκληρονομώ
—
βορβουλιά
—
κολόπτω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
латышский словарь
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,