Новогреческий словарь
προπαρελθών
προπαρελθών
(-όντος)
позапрошлый
;
τόν ~όντα χρόνο — в позапрошлом году
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
позапрошлый
? —
προπαρελθών
как с
(ново)греческого
переводится слово
προπαρελθών
? — позапрошлый
#
(ново)греческий словарь
—
αναπνευστικός
—
πλάγιασμα
—
συρμακέσης
—
πρωτοφυλακή
—
χαλεπά
—
Μεξικάνή
—
απραξία
—
κρομμυδόσπορος
—
Κύκλωψ
—
εκλέπτυνση
—
αποδέσμευση
—
ασταχτος
—
κεραμείον
—
ασβέστι
—
χέρα
—
άβατον
—
οπισθοβουλία
—
καλίγα
—
γαλατσίδα
—
στενόψηχος
—
καταδιωγμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве