Новогреческий словарь
συγκινησιακός
συγκινησιακός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συγκινησιακός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
κακονυχτώ
—
πηγαδίσιος
—
μιά
—
ακατάγραφος
—
φοινικώνας
—
απλότητα
—
θαματουργός
—
μεσότριβος
—
ξεπαγιασμός
—
κεφαλαιοκρατικός
—
φωτομηχανικός
—
γαζώνω
—
ισοβίτης
—
απέκει
—
ασκημούτσικα
—
δροσολογώ
—
ξεσκονίζω
—
συγκιρνω
—
στοιχειοχυτήριο
—
δεκαπενταύγουστος
—
πεζοπόρος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве