|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χαλκοτυπία? — — μακαρονάς — κοινωνίστρια — αναρχούμενος — λατινισμός — πικέττο — αμετάτρεπτος — αγγονή — βοερός — καροτο — ικεσία — τελειοθήρας — αναστατωμένα — κρατικοποίηση — Βέλγος — σπλήνιασμα — αυτομαγνήτισμός — κεραυνοβόλημα — τιμοκρατικός — κνησμονή — χωνοειδής — νομιμοποίητος |
|||