Новогреческий словарь
προαποβιώ
προαποβιώ
умирать раньше
(кого-чего-л.)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
умирать раньше
? —
προαποβιώ
как с
(ново)греческого
переводится слово
προαποβιώ
? — умирать раньше
#
(ново)греческий словарь
—
τρία
—
ελαιόχρωμα
—
κατάβρεγμα
—
καθετηρίασμός
—
πρωτοσύστατος
—
κοπιάρισμα
—
βόλτα
—
παρανόμως
—
νοικάρισσα
—
ελαφρομυαλιά
—
ανάμνηση
—
ψηκτροποιείο
—
παρετυμολογικά
—
απροθυμοποίητος
—
υποφέρω
—
απηλιθίωση
—
αλεύρινος
—
στιχουργώ
—
πλάνταγμα
—
θεμιτός
—
στραγγούλα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве