|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συμφύρομαι? — — φωτοταχυμετρία — καλύβα — Κυριακοδρόμιο — μετριέμαι — παρακωλύω — ταλαντούχος — αποδασούμαι — αναπεπταμένος — γρούδα — ακριανός — ξανασπρίζω — Λεβαντίνα — καρεκλοπόδαρο — έλκηθρο — αρθρογραφικά — τετραπέρατα — ρωγοβύζι — επίνευση — αποφώλιος — αποκτιέμαι — ζυγαρίζω |
|||