αιμάτωση

формы словаβ
αιμάτωση



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово αιμάτωση? —


δεκαεφτάαλωνίζωπανουκλιάζωευεργέτισσαβιζαβίγουρουνότριχοςρελιάζωπασάρωφαινόληακρόστροφοςδωδεκαπλάσιοςγυάρδαπράσινοσταφύλιρητίνηπροεσκεμμένοςακαματεύωκελαϊδοπουλίαρτοβιομηχανίαπαιδαγώγησιςκαλοκαιριάζει




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit