|
осознавать #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово осознавать? — συνειδητοποιώ как с (ново)греческого переводится слово συνειδητοποιώ? — осознавать — γαργαλομαι — επισείων — επείγοντα — υπογλυχαιμία — αργίλοπλαστική — προσσελήνωση — νεφριαίος — άστροφος — οπίσθια — χρεμετίζω — σκέλι — αρσενοκοίτης — γλινιάς — ζεγγί — αγαλμάτιο — αναριεύω — αιθυλαιθήρ — εξαρμόζω — ιωδοφόρμιο — σκορδίλα — μπολσεβίκα |
|||