Новогреческий словарь
διαιτητική
διαιτητική
η
диететика
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
диететика
? —
διαιτητική
как с
(ново)греческого
переводится слово
διαιτητική
? — диететика
#
(ново)греческий словарь
—
πλανητικός
—
ακοίμιστος
—
επιπάσσω
—
καταπήκτης
—
αστυφιλία
—
επιπεδομετρία
—
εύληπτος
—
δίβολος
—
συμπεριφορισμός
—
σουβλατζής
—
κρησάρα
—
ξετραχηλισμένος
—
σκοταδισμός
—
κοντεύω
—
πελαγήσιος
—
χαρέμι
—
αξέταστος
—
λούμπούνι
—
ορθοδοξώ
—
καταχρηστικός
—
ευκολόπιστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве