|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ξεγδαρμένος? — — χειροκροτώ — ακινησία — μολύβδαινα — εκφαυλισμός — διαφάνεια — καρκινολογικός — αντιποδικός — μασκαρεύομαι — τροχονόμος — τρισδιάστατος — ψαθώνω — ανθρωπολάτρις — μονοήμερος — οστέινος — μαντεύτρια — ελαφρομυαλιά — άπραχτος — ολοκληρωτής — οικείος — οκρίβας — λεπτογραμμένος |
|||