|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово θυσιαστής? — — κάπρος — κουταλιά — μετέρχομαι — βροχερός — σκούτερ — ξεμαύλισμα — τραγωδιοποιός — εποχλεύω — φορτώνω — πλοϊκός — αβρά — τελειομανία — γυναίκα — γκόρτσι — ασμάλτωτος — ημίπληκτος — απαντικρύ — ναργελές — αλλοιθωρίζω — πυοσφαίριο — βούλημα |
|||