|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово υδροστάσιο? — — χωριστός — άσκυφτος — εξατμίζω — τριαντάρι — παγίδευσις — κρέπ — κρεοφαγώ — χώμος — ανούσιος — λιβανωτόν — ισάκις — φηγός — δίπτυχος — διαρκώς — εξομάλισις — ηλεκτροθερμία — παιδονόμος — ευκολοαπόκτητος — χρηματόδεμα — προπαρασκευαστής — αμπογιάντιστος |
|||