|
ο германизация; онемечивание #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово германизация? — εκγερμανισμός как на (ново)греческом будет слово онемечивание? — εκγερμανισμός как с (ново)греческого переводится слово εκγερμανισμός? — германизация, онемечивание — μεταξοϋφαντουργός+ — ελευθέρωμα — προτιμώμενος — πρωτοστατώ — ρέμα — αμεροληπτώ — πεοθηλασμός — εφτάπλευρος — ισοσταθμίζω — κολπώδης — εθνικιστής — ανάγλυφη — ξωμερίτης — λοιμός — βάτα — αλληλοτρώγομαι — μητρομανία — παράλλαγμα — τσαγκρουνιά — χτυπιέμαι — εμπυρεύω |
|||