|
το фарм. креозот #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово креозот? — κρεόζωτον как с (ново)греческого переводится слово κρεόζωτον? — креозот — φρού-φρού — βανίλλη — αρχιεπίσκοπος — ανελήφθην — καταρράχτης — μεταμίσθωση — μπάτσα — ευήλιος — δυόσμος — γαληνίτης — εξέστην — δεκαετία — αθύμητος — πόντιος — φουριόζο — λαχαναγορά — αγιάτρευτος — χιόνι — στενοσχιδής — αιμοπότης — ευκαταφρόνητος |
|||