Новогреческий словарь
εγκληματολογικός
εγκληματολογικός
криминалистический
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
криминалистический
? —
εγκληματολογικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
εγκληματολογικός
? — криминалистический
#
(ново)греческий словарь
—
βρακάκι
—
νησιώτης
—
σύγγαμβρος
—
διαιτώμενος
—
φωλιά
—
ρούς
—
σπαθί
—
πόδι
—
φαρμακευτικός
—
ευρετήριο
—
ολιγοζωία
—
αδιαφώτιστος
—
βοηθητικός
—
θρεφτάρι
—
κοιμήσης
—
ανευλάβειο
—
λαδικό
—
επιρρέπεια
—
ατμοπλοΐα
—
περιαιρετός
—
πυράγρα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве