|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αρχετυπικός? — — αποβολίδωση — πολωνός — αναιώνιος — ψήφα — επαναφορά — λάχνη — φασκόμηλο — βάση — μυδραλλιοβόλον — αναδιανέμω — φιλοφροσύνη — διαρκής — απλοχερίζω — αεριοποιούμαι — ήχθην — λόγιασμα — ηγερία — μικτός — μομφή — ξαγρύπνια — κακώς |
|||