|
поддающийся переводу (на другой язык) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово поддающийся переводу? — μεταφραστός как с (ново)греческого переводится слово μεταφραστός? — поддающийся переводу — ανερμάτιστα — επέβην — γραμματοσημοσυλλέκτης — σκαρμός — συνέχιση — γατσιάζω — χρηματοκιβώτιο — αδιόρθωτος — ξινάρι — συσκέπτομαι — κεφαλάκι — γενεάδα — διατρέχω — ρόβι — παραπλεύρως — παραιτούμαι — αρνοκοπάδι — μούρδας — κρέντιτο — κωμικότητα — ζώνη |
|||