|
ο стропило #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово стропило? — αντιστάτης как с (ново)греческого переводится слово αντιστάτης? — стропило — μεμβράνα — παραξενιάζω — θαυματοποιός — περιπετειώδης — αντιβούισμα — κατσούφιασμα — χελωνοβότανο — χαμοβλέπω — ατού — πολεοδόμος — σακκιάζω — δεντρώνας — διορύττω — σέρνω — ισχυροποιούμαι — χειροκρότημα — αντικατάσταση — γουνοφόρος — κάνε — νυφοπάζαρο — φαρδαίνω |
|||