νεφελοειδ|ής

формы словаβ
νεφελοειδ|ής
1. похожий на облако;

2. :
          ο ~ или τό νεφελοειδές — астр. туманность



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово похожий на облако? — νεφελοειδής
как с (ново)греческого переводится слово νεφελοειδής? — похожий на облако


ξανοστίζωτριβόλιανερεύνητοςμακροπαράληκτοςελευθερωτήςγκερδέλισυνδεκάζωγυψοπλάστηςυδρολογικόςλεοντάριαυτοκινητόδρομοςαποθαρρυντικόςαντάμικοςυπεραφθονίαγραμματικόςπασαίρνωξεκωλώνωΚοράνιοροσειράπλεκτόςξεσκούντημα




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit