|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μοναδισμός? — — ξερρώγιασμα — πεντατομικός — σιχασιάρης — διάθρεψη — λυρατζής — διαδηλωτής — αρχάρης — ζερβόδεξα — Βιρμανή — διώνυμο — ελαφίσιος — λουλουδίζω — κουμποθηλειά — απαθανατίζω — γκαγκάβα — πεντηκονθήμερος — απόκαρση — προσάπτω — ετοιμόγεννος — συναυτουργία — Πολύδωρας |
|||