|
ο гермафродит #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гермафродит? — σερνικοθήλυκος как с (ново)греческого переводится слово σερνικοθήλυκος? — гермафродит — μουρουνέλαιο — τσανακογλείφτης — αποβλακώνω — κυανόλευκος — συνυπογράφω — εμπεριστατωμένος — ελλανοδίκης — ασπράδι — κρέβατος — λυγερός — εξανθρακωτικός — ανάποδη — πυρπολημένος — βεντάγια — αρχιεροσύνη — οπλοβομβιστής — ανάλλακτος — γλίδα — δύτης — σκαρπίνι — ασυγκρότητος |
|||