τεχνοκριτικός

формы словаβ
τεχνοκριτικός
искусствоведческий



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово искусствоведческий? — τεχνοκριτικός
как с (ново)греческого переводится слово τεχνοκριτικός? — искусствоведческий


θεόδμητοςβουτυριακήεικοσιπεντάρικεραυνώνωαποφοιτήσαςκαρατομώκοραστάρακομματιασμένοςτσινίζωαπειρομεγέθωςπικάρομαιπερίβλεπτοςσυζευκτικόςνεοφυτικόςευγνώριστοςκαταντικρύφιληδονίασυγκοινωνίαενημερότηταμοσχοβόλημαεπισανίδωση




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit