|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово μεγαλοποιούμαι? — — αιμοπτύω — πιώμα — ξαφριστήρι — αυτοπαρουσιαση — μαρτύριο — φούρια — ξομπλιάστρα — μαυροφέρνω — καβαλάρης — αυλόδουλος — αστραπιαίος — δαιμονικός — πρεπόντως — επίσωτρον — βοηλάτης — απαισιόδοξος — δημοσκόπηση — σεκόντο — στοιχειοθετημένος — ολόρθος — φαμελιά |
|||