Новогреческий словарь
σπειραματικός
σπειραματικός
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
σπειραματικός
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ατμοκινητήρας
—
διερείδω
—
εναντιολόγος
—
διτετράγωνος
—
ευρύνω
—
απεργοσπαστικός
—
καμποτινισμός
—
εκρέω
—
ανακατατάσσομαι
—
κεντρικός
—
απόγεμα
—
ανέρωτος
—
σιφούνι
—
σκαμπανέβασμα
—
λητάρι
—
γκινιαδόρος
—
τοπιογραφία
—
μετρήσιμος
—
αποχαλινωμένος
—
ασυνάρτητο
—
απύλωτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве