|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λογγώνω? — — αεροναυπηγός — νύν — χνόη — πάροικος — αγαλματοκόσμητος — αθωράκωτος — γυρεψούλης — ρευματισμός — κόπωση — χηνάρης — ξεπεσμένος — άμμος — αξύπνηγος — ολιγάνθρωπος — υστεριάζω — εκατοστίζω — αστροφόρος — ασαχτος — σαράφισσα — ταμπόν — αλευρικό |
|||