|
вздутый, раздутый #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово вздутый? — τυμπανιαίος как на (ново)греческом будет слово раздутый? — τυμπανιαίος как с (ново)греческого переводится слово τυμπανιαίος? — вздутый, раздутый — αναπήδημα — βιολοντσελλίστας — τσουράπω — διπλωματία — αντεπιταγή — υπέροχος — ασφυκτικώς — άργιλος — διαμείβω — ψυχοκτονία — νεόνυμφος — ελεγκτός — δίχως — βιβλιονόμος — επικαλούμαι — τυποκλοπικός — απογερνώ — σπαστικά — δυναμισμός — χαλαστής — τσαλαπετεινός |
|||