Новогреческий словарь
εργόχειρο
εργόχειρο
το
рукоделие
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
рукоделие
? —
εργόχειρο
как с
(ново)греческого
переводится слово
εργόχειρο
? — рукоделие
#
(ново)греческий словарь
—
αφελκυστήρας
—
ιδιοσυντήρητος
—
ασακάτευτος
—
αγκαθιώνας
—
εξηκονταετής
—
ισοσκελής
—
μινύρισμα
—
γλεντολογώ
—
Ικάρων Σχολή
—
εξαργυρωτέος
—
άδικος
—
προσανατολιστικός
—
εφύγρανση
—
κοντόκορμος
—
χαμόγελο
—
ακριβολογία
—
θυμιατίζω
—
ανάρμεχτος
—
απόβλημα
—
λαζαρέτο
—
αργοβάδιστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве