Новогреческий словарь
καρικατούρα
καρικατούρα
η
карикатура
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
карикатура
? —
καρικατούρα
как с
(ново)греческого
переводится слово
καρικατούρα
? — карикатура
#
(ново)греческий словарь
—
πόκος
—
νεράιδα
—
μετριασμός
—
νομισματολογία
—
ασχολία
—
Δ
—
εξαιρεμένος
—
πολυκήριον
—
πυρολατρεία
—
ηλεκτρίσιμος
—
αξεφλούδιαστος
—
ξανανέωμα
—
εργολαβία
—
αυτοσχεδιάστρια
—
αποκλαίγω
—
αυτοφυής
—
σκιαγραφικό
—
μπεγλέρι
—
σαββατιάτικα
—
μεσοδρομής
—
ρυμοτομία
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве