Новогреческий словарь
επιφυσίτις
επιφυσίτις
(-ιδος) η мед.
эпифизит
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
эпифизит
? —
επιφυσίτις
как с
(ново)греческого
переводится слово
επιφυσίτις
? — эпифизит
#
(ново)греческий словарь
—
ακριβομάννα
—
αλαργινά
—
κοκκινοχάβιαρο
—
στερφόγιδα
—
άρπασμα
—
βανάνα
—
φιλοφρόνηση
—
παιδολογικός
—
κατακάθημαι
—
αραμπαδιά
—
οικογενειακώς
—
τοποτηρητής
—
αναζώνω
—
μοσχοπληρώνω
—
εμβρυοτομία
—
αντιικός
—
αχλαδέα
—
χαλικοθηρίο
—
κερδεύω
—
στραπάτσο
—
σεξουαλισμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве