|
(-ητος) η чернота #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово чернота? — μελανότητα как с (ново)греческого переводится слово μελανότητα? — чернота — λιθοκόπος — ανελεύθερος — πλήγωμα — ευνούχος — απάτωρ — βοθύβιος — εξημερώσιμος — κάρτα — ανοσία — φάρσωμα — βαλανίδι — δαμαλίδα — βαναδικός — θρηνώ — αυτοσυντήρητος — μεταχρωματίζω — αηδία — ινδοκάλαμος — εναπόθεσις — απύρετος — άζήλευτος |
|||