Новогреческий словарь
απλουστεύω
απλουστεύω
упрощать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
упрощать
? —
απλουστεύω
как с
(ново)греческого
переводится слово
απλουστεύω
? — упрощать
#
(ново)греческий словарь
—
βρεφοκομείο
—
αρπιστής
—
δίπτυχος
—
βεραντάκι
—
κατακλυσμός
—
κοσμοχάλαση
—
ψόφος
—
τηλεφωνικώς
—
μορφώνομαι
—
συγκαταλέγω
—
σακχαρολαβίδα
—
τυρφώνας
—
γαλατερό
—
επιχωματώνω
—
τηλεομοιότυπο
—
μπατσάκι
—
αρχαιολογικός
—
τόσος
—
εταίρος
—
καρυδήσιος
—
ανομοιοκατάληκτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве