|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εκταμιεύω? — — αδιάγνωστος — λινάρι — ούρο — πολεοδομικός — υπερίπταμαι — μοιάσιμο — χαμούλκός — σόδημα — κατακρημνίζω — συνένωση — Σαδδουκαίος — διεπάγην — γενικευτικός — σακί — διερευνώ — φτεροπηδώ — κλεισούρα — αιμοπτύω — εκτραχύνομαι — πατρωνυμικό — μίκραιμα |
|||