|
η мед. воспаление век #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово воспаление век? — ψωροφθαλμία как с (ново)греческого переводится слово ψωροφθαλμία? — воспаление век — φροξινάνθι — ανοιχτόχρωμος — σατραπισμός — αγελαδάρισσα — ξεμουχλιάζω — βλαισός — ασπάραγος — εικοσάχρονος — πανικόβλητος — τριάτορας — υπέργειος — κρυπτογραφώ — παυσανίας — έξω — ξέστρα — ξεθέρμισμα — υπεραισθησία — όρχος — άθεος — κολόβωση — παμμέγιστος |
|||