|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αποθησαυρισμένος? — — μετασταθμεύω — ιοντώ — οχύρωση — κρίση — ξαναπαντρεύομαι — ισχιαλγώ — αντεγκαλούμαι — στάμνα — σφριγώ — ανιχνευτός — τουρτουρίζω — φωτοδιηθητήρας — σύνοικος — παντρολογήματα — παραβολικός — ανάβλυση — λαχνός — μειώνω — αδιάβλητος — αυτόγραφο — ζαλεύω |
|||