|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово χαλικοστρωμένος? — — χοντροκέφαλος — αρθρογράφος — αποζυμώνω — πρωταίτιος — διεθνίστρια — διαλογισμός — κνούτο — καταδυναστεύω — στρέβλωση — ζητιανεύω — σπουρδακύλα — δραγασιά — αυτοανάλυση — σφενδονώ — κατανικώ — αμμωνίτης — άσπρος — ζέρδελο — θρησκευτικός — ακούσια — καθετηριάζω |
|||