|
το подвал, погреб, подземелье #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово подвал? — υπόγειο как на (ново)греческом будет слово погреб? — υπόγειο как на (ново)греческом будет слово подземелье? — υπόγειο как с (ново)греческого переводится слово υπόγειο? — подвал, погреб, подземелье — καραβοκύρης — ξυλοφάγος — ευκάλυπτος — αντιστοιχείωση — καρδιοκατακτητής — μαρτυρικός — ξαπλωταριό — σηπτικότητα — απαράδεκτος — προασφάλιση — ξύλευση — παντρολογάω — περίσσεμα — πουτσαράς — περβολάρης — ποδηλατάδικο — καλιμπράρω — μεθοκόπος — μονοφωνικός — ισάδα — παλιοσειρά |
|||