|
дорический; ~ ρυθμός — дорический стиль #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово дорический? — δώριος как с (ново)греческого переводится слово δώριος? — дорический — άφρη — εξαμβλωτικός — θειωτήρ — οστεωδυνικός — αντοχή — ψωλή — μαγεύω — ακοορος — αναπαυτικός — τεκτονικός — δρομιάζω — παρενέβην — επινοητικός — υατσίνθι — ανυπόνοιαστος — μεγαλοδωρία — θεριακλού — τσουκαλάς — πολυγωνικός — γιορταστής — τυπάς |
|||