|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово συνταυτιστικός? — — ιατός — νικητής — γιούσουρι — σουρεαλισμός — ανεγνοιασιά — λαμβάνω — αξιόλογος — τηλεχειριστήριο — αγρανάπαυση — επιδέω — αριστερός — σύρτης — οινεμπόριο — φαρσώνω — διάτρηση — τραχύτητα — ευκατάβλητος — ακιδωτά — εξοτμίσιμος — μικροχειρουργική — ουσιαστικοποιούμαι |
|||