|
η церк., фарм. облатка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово облатка? — όστια как с (ново)греческого переводится слово όστια? — облатка — αντιποίηση — οπλομαχία — τσαγιερό — εγχαράσσω — πέρσι — ορνίθωση — αποβλημένος — δεντροστοιχία — σχοινάκι — ασκόνιστος — βεργολυγερή — απαλλάττω — πλατιά — φουσκαλιάζω — ερειπιώνας — επάλειψη — μπεκιάρης — αντικατάσταση — συγκατηγόρημα — νείδι — αβάντσα |
|||