|
το 1) уборная, туалет; 2) сквернослов #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово уборная? — αποχωρητήριο как на (ново)греческом будет слово туалет? — αποχωρητήριο как на (ново)греческом будет слово сквернослов? — αποχωρητήριο как с (ново)греческого переводится слово αποχωρητήριο? — уборная, туалет, сквернослов — μαργαρώδης — δυαρχία — αποσφουγγίζω — ετεροεθνής — γαϊδουριάρισσα — ωθητικός — ξεχειλώ — ωμόλινον — γρατσουνώ — κομπολόγι — ξύση — ριζοσπάστρια — αντασφαλίστρια — απηυθυσμένο — αδελφομοιρασιά — συγκρατιέμαι — αγαθιόρης — θυμιάτισμα — μεταβλητή — μουτσόπουλο — αλωνότοπος |
|||