Новогреческий словарь
προδικαστικός
προδικαστικός
юр.
предварительный
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
предварительный
? —
προδικαστικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
προδικαστικός
? — предварительный
#
(ново)греческий словарь
—
κακοφέρνομαι
—
γλυκομιλάω
—
χαμοκέλλα
—
ροζέττα
—
εξάρι
—
ασπρομάλλης
—
προσχεδιάζω
—
αδροκάμωτος
—
προσβάλλομαι
—
θήρευμα
—
καπνοτόπι
—
απογειώνω
—
γαϊτανώνω
—
αδικοβγάλτης
—
κρυσταλλογένεια
—
αρωμουνικός
—
αλύπητος
—
δεκαεπταέτης
—
κάτουρλο
—
κήπευσις
—
σκοπευτής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве